Quantcast

Όλα τα horror requels της τελευταίας πενταετίας, από το χειρότερο στο καλύτερο

Δεν είναι ούτε ακριβώς sequels ούτε ακριβώς reboots αλλά είναι η νέα μόδα στα franchises κινηματογραφικού τρόμου, οπότε ας βάλουμε τα πράγματα στη σωστή σειρά

Ο Οκτώβριος είναι μήνας τρόμου, φίλες και φίλοι. Όχι μόνο επειδή τα ψυχικά καύσιμα των καλοκαιρινών διακοπών έχουν ήδη εξαντληθεί και πλέον έχουμε μπει βαθιά στην καρδιά της κανονικότητας χωρίς καμία ελπίδα λύτρωσης να φαίνεται στον ορίζοντα (καλό χειμώνα είπαμε;), αλλά κι επειδή στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού (αλλά και σε επιλεγμένα χωριά της ελληνικής επικράτειας, για τους λάτρεις της λαογραφίας) ο μήνας Οκτώβριος γιορτάζεται ως μήνας του Halloween. Μετατρέπεται δηλαδή σε Spooktober και αποτελεί μια εξαιρετική ευκαιρία για horror-themed εκδηλώσεις, μπιχλιμπίδια, trick or treating και (κυρίως) διαφημίσεις που κορυφώνονται στις 31 Οκτωβρίου, παραμονή της χριστιανικής All Hallows’ Day. Εκτός αυτού, το Halloween αποτελεί επίσης και μια αφορμή για το Hollywood ώστε να προμοτάρει την ευπώλητη horror σοδειά της χρονιάς, συγχρονίζοντάς την με το spooky εορταστικό κλίμα των ημερών. Ας πούμε, σε περίπτωση που σας διέφυγε, από την αρχή του μήνα έχουμε δει να κυκλοφορούν οι ταινίες τρόμου Smile, το νέο Hellraiser και το Halloween Ends μεταξύ άλλων.

Ας μείνουμε λίγο παραπάνω στα δύο τελευταία. Σίγουρα έχει παρατηρήσει πως τα τελευταία 5-6 χρόνια υπάρχει μια πολύ έντονη τάση στα χολιγουντιανά horror franchises. Βλέπουμε όλο και περισσότερους διάσημους τίτλους των 80s και των 90s να επανέρχονται στην κινηματογραφική επικαιρότητα με νέες ταινίες. Υπάρχει, όμως, μια ιδιαιτερότητα. Δεν μιλάμε πλέον για κλασικά και γνώριμα sequels που συνεχίζουν επ’ αόριστον την ιστορία ενός franchises, όπως ήταν το μοτίβο από τα 80s μέχρι τα 00s χοντρικά. Ούτε όμως μιλάμε για πλήρη reboots και remakes που προτείνουν έναν εντελώς διαφορετικό δρόμο σε σχέση με το αρχικό franchise ή την αρχική ταινία. Για την ακρίβεια, βρισκόμαστε κάπου στη μέση: μιλάμε για ταινίες που ανήκουν σε franchises αλλά κινούνται ανάμεσα στο sequel και στο reboot, δηλαδή συνεχίζουν κατά μία έννοια την ιστορία του franchise σε επίπεδο concept, ιδεών, συμβόλων, ύφους κλπ, αλλά ταυτόχρονα αλλάζουν το continuity και επιλέγουν με πιο ελεύθερο τρόπο το με ποια μέρη του franchise θα συνδεθούν και με ποια όχι. Στο παρελθόν, χρησιμοποιούνταν ενίοτε οι όροι soft reboot ή legacy sequel, χωρίς όμως να περιγράφουν με σαφήνεια αυτήν την τάση. Τα τελευταία χρόνια που αυτό το μοντέλο τείνει να γίνει κυρίαρχο στα horror franchises, χρησιμοποιείται περισσότερο ο όρος requel (δηλαδή reboot και sequel μαζί).

Φυσικά, το ανανεωμένο ενδιαφέρον των στούντιο για τον κινηματογραφικό τρόμο δεν αποτελεί κανένα αξιοπερίεργο φαινόμενο. Το είδος περνάει μια νέα golden era σε επίπεδο box office και κινηματογραφικού πρεστίζ, αφού πλέον έχει εν πολλοίς απωλέσει την παρακινηματογραφική του αύρα και φιγουράρει σε κυριλέ βραβεία και φεστιβάλ. Το σύγχρονο σημείο καμπής θα λέγαμε ότι ήρθε το 2017, όταν η κυκλοφορία των It και Get Out επιστέγασε την εμπορική βιωσιμότητα του είδους και ταυτόχρονα κεφαλαιοποίησε την καλλιτεχνική άνθιση που γνώριζε το genre σε επίπεδο arthouse και ανεξάρτητου σινεμά. Βέβαια, τα franchises για τα οποία μιλάμε εδώ βρίσκονται μάλλον στον αντίποδα αυτού που έχει (ατυχώς) ονομαστεί “elevated horror“, αφού αποτελούν κινηματογραφικές παραγωγές που δεν προσποιούνται κάποια ιδιαίτερη φιλοδοξία και σίγουρα δεν φέρουν την αόριστη αίσθηση του “ψαγμένου” και του “εγκεφαλικού”. Το αποτέλεσμα είναι ότι η κυρίαρχη σινεφιλική συνείδηση της εποχής καταλήγει να σνομπάρει τα παλαιού τύπου horror franchises ως “φτηνά” ή “εμπορικά”, υπερβολικά βασισμένα στα jump scares και τα χιλιοπαιγμένα tropes του είδους. Ας μην ξεχνάμε όμως ότι ο τρόμος ήταν πάντα μια μαζικολαϊκή απόλαυση, και διαχρονικά συμπύκνωνε την σχέση που είχε μια εποχή με τους βαθύτερους φόβους και επιθυμίες της. Ήταν μοιραίο άλλωστε, αφού η nerd κουλτούρα ανατιμήθηκε ακραία την τελευταία δεκαετία και τα sci-fi/fantasy/horror genres έγιναν σχεδόν συνώνυμα της εγγύησης επιτυχίας, πως τα franchises του τρόμου θα προχωρούσαν σε μια επαν-επινόηση ώστε να ενσωματωθούν στο πνεύμα της εποχής – και το πνεύμα της εποχής θέλει νοσταλγία, αυτοαναφορικότητα, fan service, κλεισίματα του ματιού και παιχνίδι με τις προσδοκίες του κοινού.

Υπάρχει πάντως σίγουρα ένα ζήτημα ορισμού της έννοιας “requel” ώστε να ξέρουμε για τι πράγμα μιλάμε. Σε ένα βαθμό, τα όρια είναι θολά και δε μπορείς πάντα να πεις με σιγουριά αν ένας τίτλος franchise γέρνει περισσότερο προς το sequel ή το reboot, και κατά μία έννοια αυτήν την αοριστία καλύπτει ο όρος requel: μας χρησιμεύει για όλες εκείνες τις περιπτώσεις που ένα franchise δοκιμάζει κάτι ενδιάμεσο (περιπτώσεις που έχουν πληθύνει ακραία την τελευταία πενταετία). Αν δίναμε έναν λιτό και λακωνικό ορισμό, θα λέγαμε ότι requel είναι ένα sequel που αυτο-παρουσιάζεται ως reboot. Προμοτάρεται ως ανεξάρτητος τίτλος που δεν απαιτεί γνώση ολόκληρου του franchise, αλλά στην πραγματικότητα τοποθετείται με έναν συγκεκριμένο τρόπο μέσα στο continuity της σειράς με τρόπο που αναγνωρίζουν οι fans. Κάποια φορές μπορεί να αγνοεί όλα τα προηγούμενα sequels του franchise, και να συνεχίζει την ιστορία κατευθείαν από την πρώτη ταινία. Τις περισσότερες φορές ένα requel έρχεται αρκετά χρόνια μετά τον τελευταία τίτλο του franchise και τοποθετείται πολύ αργότερα από αρχικό χρονικό πλαίσιο της πρώτης ταινίας. Αυτό μπορεί να περιλαμβάνει και τους χαρακτήρες με τους οποίους έχει οικειότητα το κοινό, αλλά εισάγει και καινούριους ώστε να παραδοθεί η σκυτάλη σε μια νέα γενιά. Γενικά, κι εδώ έγκειται η αυτοαναφορικότητα που δομικά περιέχει η έννοια του requel, αυτοί οι τίτλοι λειτουργούν ταυτόχρονα ως νοσταλγικά tributes στο κινηματογραφικό παρελθόν και ως επαναπλασάρισμα σε ένα νέο και σύγχρονο κοινό που καταναλώνει franchises.

Χοντρικά λοιπόν η τελευταία πενταετία που μετέτρεψε το horror σε ένα ανατιμημένο κινηματογραφικό προϊόν έφερε μαζί της κι ένα μεγάλο τέτοιο κύμα από franchise requels. Και καθώς η νοσταλγία των 80s δίνει σιγά σιγά την θέση της στην αντίστοιχη των 90s, μια σκοτεινή εποχή για τον κινηματογραφικό τρόμο αλλά με μπόλικα νέα franchises, θα δούμε όλο και περισσότερες αναβιώσεις από την παιδική ηλικία των millennials να ακολουθούν τα επόμενα χρόνια (για την ιστορία, μέσα στα επόμενα δύο χρόνια έρχονται νέα Evil Dead, Final Destination, Exorcist και ένα ακόμα Scream). Καθώς όμως το 2022 μας έχει δώσει μέχρι τώρα *πολλές* τέτοιες ταινίες (μετράμε 6 μέχρι στιγμής), είναι καλή ευκαιρία να κάνουμε έναν προσωρινό απολογισμό, με τη μορφή λίστας φυσικά. Ας σημειώσουμε πως αφήνουμε απ’ έξω κλασικά remakes σαν το προαναφερθέν It, το Pet Sematary και το Firestarter (έχουμε ξαναμιλήσει αναλυτικά για Stephen King άλλωστε), λοξά sequels που ήρθαν πολλά χρόνια αργότερα σαν το Doctor Sleep και καθαρά re-imaginings που δεν δημιουργούν franchise σαν το Suspiria. Έτσι, μαζέψαμε τις 15 περιπτώσεις horror requels των τελευταίων 5-6 χρόνων και τις βάλαμε στην σωστή σειρά, από το χειρότερο στο καλύτερο. Απολαύστε ψύχραιμα και υπεύθυνα, πάντα.

15. Rings (2017)

Δεν θα έπρεπε καν να το έχω δει, και δεν θα έπρεπε καν να υπάρχει τρίτο μέρος στην αμερικάνικη τριλογία του Ring, πόσο μάλλον 12 χρόνια μετά το δεύτερο φιλμ. Όλα λάθος. Πλιζ σταματήστε τα χολιγουντιανά remakes ιαπωνικού τρόμου.

14. Texas Chainsaw Massacre (2022)

Το Hollywood μας χρωστάει ένα επιτέλους καλό sequel των πρώτων δύο ταινιών του μεγάλου Tobe Hooper, αλλά όχι, η ταινία του Netflix δεν ήταν αυτό το πράγμα.

13. The Grudge (2020)

Ο ορισμός του μπάχαλου. Αρχικά επρόκειτο για remake του ιαπωνικού original, τελικά κατέληξε prequel της αμερικάνικης τριλογίας. Όλα λάθος κι εδώ. Είπαμε, σταματήστε να ασχολείστε με το τζαπανοχόρορ.

12. Black Christmas (2019)

Ήμουν χλιαρά αισιόδοξος για αυτό το χαλαρό reboot του υπέροχου καλτ original του Bob Clark από το 1974 και του remake του στα 00s, αλλά το girl power slasher δεν δούλεψε αρκετά καλά εδώ.

11. Resident Evil: Welcome to Racoon City (2021)

Περίμενα κάτι αληθινά απαίσιο εδώ, όντας fan των πρώτων παιχνιδιών και hater του κινηματογραφικού franchise, αλλά περιέργως δεν δούλεψε *τόσο* άσχημα ως reboot. Δηλαδή οκ, βλέπεται, αλλά κυρίως λόγω νοσταλγίας.

10. The Craft: Legacy (2020)

Ταυτόχρονα reboot και sequel του original από τα 90s (το οποίο είναι ακραία fun παρεμπιπτόντως), μου φάνηκε πως ήταν αρκετά διασκεδαστικό ως witchcraft εφηβική σαπουνόπερα, αλλά μέχρι εκεί.

9. Hellraiser (2022)

Ούτε που κατάλαβα ότι έχουμε φτάσει στις 11 ταινίες Hellraiser, αλλά αυτή η απόπειρα reboot στοχεύει στο να κυριλοποιήσει ένα εντελώς cult franchise. Καταλήγει αρκετά χλιαρό, χωρίς όμως να είναι κακό.

8. Scream (2022)

Ο ορισμός του meta requel που παίζει με τις προσδοκίες του κοινού. Προμοταρίστηκε ως reboot του franchise, και όντως το κάνει εν μέρει σε επίπεδο concept, αλλά σε επίπεδο αφήγησης αποτελεί συνέχεια του Scream 4. Είναι σίγουρα λιγότερο έξυπνο απ’ όσο νομίζει, κι είναι περίεργο να βλέπεις Scream χωρίς Wes Craven, αλλά δεν περνάς άσχημα.

7. Alien: Covenant (2017)

Δεν ήμουν σίγουρος αν αυτό χωράει στη λίστα, γιατί είναι λίγο μπλεγμένο το πράγμα. Από τη μία αποτελεί sequel του Prometheus, αλλά από την άλλη σκόπευε και να αποτελέσει μία reboot-οειδή επιστροφή στους κλασικούς Alien τίτλους. Βέβαια τελικά η συνέχεια του Covenant έφαγε άκυρο και έρχεται μια ανεξάρτητη Alien ταινία στο Hulu τα επόμενα χρόνια. Σε κάθε περίπτωση, ο Ridley Scott δεν κατάφερε να ξαναστήσει το franchise στα πόδια του.

6. The Predator (2018) / Prey (2022)

Αν μιλάγαμε μόνο για το (απογοητευτικό) χαλαρό reboot του Shane Black από το 2018, τότε θα βρισκόμασταν πολύ χαμηλότερα στη λίστα. Αλλά το πρόσφατο Prey λειτούργησε μια χαρά ως prequel (λιτό και διασκεδαστικό, χωρίς πολλά πολλά, όπως πρέπει) και ανοίγει έναν ενδιαφέροντα δρόμο για το franchise αν το συνεχίσει έτσι.

5. Candyman (2021)

Πιο κλασικό παράδειγμα requel, η τέταρτη ταινία του Candyman franchise λειτουργεί ως soft reboot αποτελώντας sequel του πρώτου φιλμ από τα 90s. Όχι κάτι τρομερό συνολικά, αλλά σίγουρα ικανοποιητικό σε επίπεδο ατμόσφαιρας και ενδιαφέρον ως προς τον κοινωνικό σχολιασμό του σύγχρονου ρατσισμού και του αστικού gentrification μέσα από το genre.

4. Split (2016)

Κλασικά, ο M. Night Shyamalan αποδεικνύεται ένας άνισος σκηνοθέτης των άκρων. Βγάζει το Split από το πουθενά, και μας ξαφνιάζει με την αποκάλυψη του φινάλε ότι πρόκειται για standalone sequel του Unbreakable. Έτσι, όχι απλά κάνει reboot, αλλά φτιάχνει ένα franchise εκεί που πριν δεν υπήρχε. Και μετά απογοητεύει οικτρά με το Glass. Ε, θα πείτε, τι πιο σύνηθες.

3. Invisible Man (2020)

Κι εδώ έχουμε μια ενδιαφέρουσα περίπτωση. Αρχικά η Universal σκόπευε να φτιάξει ένα Dark Universe μέσα από remakes των κλασικών monster films της από τα 30s. Μ’ αυτήν την έννοια, θα είχαμε ένα reboot όλου του τερατώδους σύμπαντος που περιλάμβανε το Mummy, το Dracula, το Frankenstein κλπ. Τελικά έπεσε πιστόλι και επιλέχθηκε ο δρόμος των ανεξάρτητων ταινιών κι άρα δε μιλάμε πλέον μάλλον για requel αλλά για χαλαρό remake. Σε κάθε περίπτωση, η ταινία ήταν τίμια και λειτούργησε καλά ως exploitative (με την καλή έννοια) επαναπροσέγγιση του μύθου στο σύγχρονο MeToo κλίμα.

2. Slumber Party Massacre (2021)

Το πιο ξεχού και διασκεδαστικό από όλα τα requels της λίστας. Η Danishka Esterhazy πήρε την (ήδη γαμάτη) slasher σάτιρα των 80s και έφτιαξε ένα reboot που γίνεται φεμινιστικά επίκαιρο χωρίς να χάνει τίποτα από την ξεδιάντροπα fun και pulp υφή των παλιών horror franchises που νοίκιαζες με το κιλό στο βίντεο κλαμπ.

1. Halloween (2018-2022)

Το Halloween του 2018 ήταν η ταινία που θεμελίωσε τη νέα φόρμουλα του requel και, κυρίως, απέδειξε την εμπορική βιωσιμότητα και το potential του (για την ιστορία, έγινε το πιο πετυχημένο slasher φιλμ από την εποχή του Scream πίσω στο 1996). O David Gordon Green ήταν βέβαια ένας εξαιρετικά έμπειρος δημιουργός, έχοντας στο βιογραφικό του τόσο διαφορετικές ταινίες όσο το George Washington, το Pineapple Express και το Joe.

Η πρώτη ταινία της νέας τριλογίας, λοιπόν, αποτέλεσε τον 11ο τίτλο του franchise, αποτελώντας άμεσο sequel του αρχικού έπους του John Carpenter από το 1978 (δευτεροτρίτη καλύτερη ταινία τρόμου όλων των εποχών, αν μας ρωτάτε) και κάνοντας retcon στο μέχρι τότε Halloween continuity ώστε να επανατοποθετήσει την μυθολογία του σε ένα νέο πλαίσιο. Ακόμα περισσότερο, επιχείρησε έναν φόρο τιμής σε μια προηγούμενη εποχή auteurs (σαν τον Carpenter, τον προαναφερθέντα Craven και πολλούς, πολλούς άλλους) του μαζικολαϊκού pop τρόμου που έμοιαζε να έχει χαθεί κάτω από την σκιά των πλαστικών ετοιματζίδικων horror franchises και του εγκεφαλικού φεστιβαλικού τρόμου της A24.

Τα είχαμε γράψει και πίσω στο 2018: το φιλμ του Green ήταν μια πολύ ενδιαφέρουσα εξαίρεση, γιατί αποτελούσε λίγο-πολύ το μόνο αληθινά πετυχημένο horror reboot/sequel των 10s, αποδεικνύοντας πως τα horror franchises δεν είναι ξοφλημένη υπόθεση αλλά έχουν δυνατότητες επαν-επινόησης και εκ νέου συσχέτισης με την εποχή τους. Βέβαια, τόσο το Halloween Kills όσο και το Halloween Ends, που κυκλοφόρησε την περασμένη βδομάδα, δεν έτυχαν ευνοϊκής αντιμετώπισης από την κριτική. Η κατεύθυνσή τους προς το δράμα χαρακτήρων και το κοινωνικό σχόλιο έμοιαζε ίσως παράφωνη και απρόβλεπτη, αλλά θεωρώ πως στο μέλλον η τριλογία θα εκτιμηθεί ως ένα σύγχρονο cult φαινόμενο σε μια εποχή που η ίδια η έννοια του cult έχει εμπορευματοποιηθεί, τυποποιηθεί και κακοποιηθεί.

Ας σημειωθεί πως ο Green έχει αναλάβει να κάνει ακριβώς το ίδιο πράγμα με το The Exorcist του William Friedkin, το οποίο πρόκειται να κυκλοφορήσει τον ερχόμενο Οκτώβριο, πάνω στην ώρα για τον εορτασμό του Halloween του 2023. Δεν μπορούμε να προβλέψουμε αν θα αποδειχτεί πετυχημένο κι αν ο σκηνοθέτης θα εξελιχθεί σε fixer των horror franchises, αλλά θα είμαστε στην πρώτη γραμμή της αίθουσας για να το διαπιστώσουμε.

Best of internet