Quantcast

Οι συντελεστές του Animal ξέρουν πολύ καλά πόσο σημαντική είναι μια σκηνή καραόκε για μία ταινία

Η Σοφία Εξάρχου, η Δήμητρα Βλαγκοπούλου, η Φλομαρία Παπαδάκη και ο Kristof μιλούν για την πιο αντι-“Live Your Myth in Greece” ταινία της χρονιάς

Αλέξανδρος Παπαγεωργίου

16 Φεβρουαρίου 2024

Το ελληνικό καλοκαίρι είναι κάτι περισσότερο από state of mind. Πάνω απ’ όλα, βασικά, είναι state of business. Είναι η βαριά βιομηχανία της χώρας, το βασικό εξαγώγιμο προϊόν της Ελλάδας, ένα απέραντο οικοσύστημα υπηρεσιών, υποδομών, τοπίων, αισθήσεων, εικόνων και απολαύσεων που τείνει να επεκταθεί σε όλη την επικράτεια όλες τις εποχές του χρόνου. Το ελληνικό καλοκαίρι είναι αχόρταγο και επεκτατικό, μέχρι να φτάσει στο σημείο να γίνει απλώς αφόρητο και αβίωτο. Η σύγχρονη υπερ-τουριστική ανάπτυξη, που ως οικονομικό, πολιτισμικό και ιδεολογικό μοντέλο τείνει να γενικευτεί σε όλο και περισσότερους τομείς της ελληνικής κοινωνίας, επηρεάζει δραστικά το πώς κατασκευάζεται η “ιδανική” και “επιθυμητή” εικόνα της χώρας προς τα έξω και προς τα μέσα. Το ελληνικό καλοκαίρι φτιάχνει την αυτοεικόνα του, την πακετάρει σε ελκυστικό περιτύλιγμα, την πουλάει στο εξωτερικό και μετά περιμένει να δρέψει τους καρπούς της. Αυτή η εικόνα, βέβαια, δεν φτιάχνεται από μόνη της και δεν είναι ένα άυλο αντικείμενο παγωμένων φωτογραφιών για γιγαντοαφίσες στο αεροδρόμιο και πλάνα από drones στα σποτάκια του ΕΟΤ. Η εικόνα και η εμπειρία του Greek Summer φτιάχνεται από ανθρώπους σαν την Κάλια και την υπόλοιπη ομάδα ανιματέρ που αναλαμβάνουν να ψυχαγωγήσουν τους παραθεριστές στο πολυτελές τουριστικό θέρετρο του Animal.

Η νέα ταινία της Σοφίας Εξάρχου, 7 χρόνια μετά το μεγάλου μήκους ντεμπούτο της με το Park του 2016, αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα της post-weird wave κατεύθυνσης του ελληνικού σινεμά: μια ρεαλιστική απεικόνιση της σύγχρονης κοινωνικής πραγματικότητας στην μετά-την-κρίση εποχή της “ανάπτυξης” που χαρακτηρίζεται από την απουσία προοπτικής και την εξάντληση των δυνατοτήτων. Η εργατική εμπειρία στον τουρισμό μοιάζει πράγματι ιδανικό πεδίο για κάτι τέτοιο. Από τη μία έχουμε τον ήλιο την θάλασσα, δηλαδή την λάμψη του ελληνικού ονείρου, και από την άλλη τις κακοτυχίες της μετατροπής του σε εμπόρευμα, σε εμπειρία και υπηρεσία προς πώληση. Η Εξάρχου ακολουθεί σταθερά την τροχιά αυτών των κακοτυχιών, αναδεικνύοντας τις καταπονημένες δυνάμεις που αποτελούν το θεμέλιο κάθε διαφορετικής φάσης του ελληνικού φανταστικού success story: οι εγκαταλελειμένες εγκαταστάσεις του Ολυμπιακού Χωριού στο Park και οι εξαντλημένοι άνθρωποι της καλοκαιρινής σεζόν στο Animal. Η Κάλια κι οι ανιματέρ της ταινίας ενσαρκώνουν αυτό που ξέρουν οι πάντες στην χώρα: ότι η μισή Ελλάδα ζει από τον τουρισμό. Και δεν αναφερόμαστε τόσο στους ιδιοκτήτες ακινήτων και επιχειρήσεων στα Greek Islands, όσο στους αμέτρητους νέους των πόλεων που πάνε κάθε καλοκαίρι σεζόν μπας και καταφέρουν να βγάλουν το χειμώνα.

Όπως καταλαβαίνετε, το θέμα του Animal είναι πολύ πραγματικό και πολύ ελληνικό, αλλά ταυτόχρονα έχει το βλέμα στραμμένο προς τα έξω καθώς στον πυρήνα της ταινίας βρίσκεται η σχέση των ντόπιων εργαζομένων του resort με τους τουρίστες απ’ όλον τον κόσμο που βρίσκονται εκεί για να ψυχαγωγηθούν (και κατ’ επέκταση η ίδια η σχέση του υποτελούς αυτόχθονα με το βλέμμα του ημι-αποκιακού επισκέπτη, τα είδαμε και στο The White Lotus πρόσφατα άλλωστε). Μέχρι στιγμής, η ταινία έχει διαγράψει μια εντυπωσιακή πορεία σε διεθνή και εγχώρια φεστιβάλ. Τον περασμένο Αύγουστο, το Animal έκανε παγκόσμια πρεμιέρα στο Φεστιβάλ του Λοκάρνο όπου απέσπασε το Βραβείο Καλύτερης Ερμηνείας. Λίγο αργότερα, το Νοέμβριο, έγινε η πρώτη ελληνική ταινία που βραβεύτηκε με τον Χρυσό Αλέξανδρο στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης μετά από τριάντα χρόνια. Και στην συνέχεια ακολούθησαν βραβεύσεις σε φεστιβάλ όπως του Βανκούβερ και του Κορκ, μεταξύ άλλων. Την περασμένη βδομάδα, η ταινία κυκλοφόρησε στα εγχώρια σινεμά από την Weird Wave, κόντρα στην τάση των πιο hyped ελληνικών ταινιών των τελευταίων ετών να περιμένουν μέχρι το καλοκαίρι ώστε να κάνουν ντεμπούτο στα θερινά (θα ήταν αβανταδόρικο γι’ αυτήν την ταινία μεν, καλύτερα να ξεφύγουμε λίγο από την τάση ελληνικό σινεμά = genre θερινού δε).

Βλέποντας την ταινία πέρσι στην Θεσσαλονίκη, η σκηνή που μου αποτυπώθηκε περισσότερο ήταν αυτή ενός καραόκε με το eurodisco hit Yes Sir, I Can Boogie των Baccara. Δεν μπορώ να πω περισσότερα, για ευνόητους λόγους στοιχειώδους αντι-spoiler πολιτικής. Θα πω, παρόλα αυτά, ότι η εν λόγω σκηνή καραόκε καταφέρνει να συμπυκνώσει πετυχημένα την εκβιασμένη διασκέδαση ενός σόου σχεδιασμένου και χορογραφημένου να ψυχαγωγήσει πελάτες, μια αυτοέκφρασης as a service, η οποία όμως υπερβαίνει εν τέλει τον εαυτό της και γίνεται εκρηκτική και εκστατική, όχι απαραίτητα πανηγυρικά ή λυτρωτικά, αλλά τουλάχιστον μεγαλαγχολικά. Έχω την εντύπωση πως οι σκηνές καραόκε γενικότερα έχουν την ικανότητα για τέτοιους είδους συναισθηματικές πυκνώσεις, στα όρια του να αποτελούν αφηγηματικά και σκηνοθετικά cheats. Ομολογώ όμως πως έχω φετίχ με κινηματογραφικά καραόκε, και τα κριντζ και τα συγκινητικά και όλα. Ας πούμε, λατρεύω το καραόκε σφηνάκι του Surrey with the Fringe on Top στο When Harry Met Sally:

Όπως και το σφηνάκι Time After Time της Anna Kendrick στο Up in the Air:

Το wholesome χριστουγεννιάτικο karaoke rap στο The Night Before:

Το απρόσμενα συγκινητικό I Just Don’t Know What to Do with Myself της Cameron Diaz στο My Best Friend’s Wedding:

Το κλασικά hip πλέον ιαπωνικό karaoke bar του Lost in Translation (με ωραίο tribute από Rosalia btw):

Το ειρωνικά meta I Will Survive σε μια τυπική slasher horror ταινία σαν το I Still Know What You Did Last Summer:

Το κακόηχα σπαρακτικό KEN LEEEEEEE της Bridget Jones (πριν γίνει meme):

Το POETIC CINEMA καραόκε του Only God Forgives:

Και το *ακόμα* πιο POETIC CINEMA καραόκε του Community:

Τα τελευταία χρόνια έχω την εντύπωση πως βλέπουμε μια νοσταλγική άνθιση των καραόκε σκηνών, με πρόσφατα παραδείγματα που θυμάμαι να είναι το Booksmart, το Tully (πανέμορφη ερμηνεία του Call Me Maybe), το Aftersun και -το ανώτερο όλων- το απέθαντο Africa by Toto στο The World Is Yours του Romain Gavras:

Φέτος μόνο έχουμε καραόκε σκηνές στο All of Us Strangers, το Saltburn και το Fallen Leaves (με μοναδικά καουρισμακικό τρόπο φυσικά) πέρα από το Animal, 4 ταινίες που βρίσκονται αυτήν την στιγμή στην κινηματογραφική δημόσια σφαίρα (και 3 εκ των οποίων παίζουν αυτήν την στιγμή στα ελληνικά σινεμά). Αν όλα αυτά δεν είναι επαρκής αφορμή για ένα καραόκε αφιέρωμα, τότε δεν ξέρουμε τι είναι. Και καθώς το Animal ήταν που μας έδωσε το έναυσμα γι’ αυτό το κινηματογραφικό τριπ, απευθύναμε στην σκηνοθέτρια-σεναριογράφο Σοφία Εξάρχου και τους ηθοποιούς Δήμητρα Βλαγκοπούλου, Φλομαρία Παπαδάκη και Kristof που συμπρωταγωνιστούν στην ταινία μερικά εξόχως καραόκε ερωτήματα. Να τι μας απάντησαν:

Τι είναι ένα καλό καραόκε;

Δήμητρα Βλαγκοπούλου: Θα ξεκινήσω λέγοντας ότι δεν αγαπώ ιδιαίτερα το καραόκε. Έχει μια μεγάλη έκθεση που αν δεν είμαι με πολύ κοντινούς μου ανθρώπους, τους φίλους μου, με φέρνει σε αμηχανία, οριακά με αγχώνει. Ειδικά όταν πιστεύουν ότι λόγω δουλειάς θα έπρεπε να πιάσω πρώτη το μικρόφωνο και να είμαι πολύ άνετη. Όμως θα παραδεχτώ ότι πέρυσι με την παρέα μου που κάναμε καραόκε σε κάτι μαζώξεις μας, το απόλαυσα πάρα πολύ. Κυρίως γιατί έφερε πολύ γέλιο και κάπως μας ξανάκανε παιδιά. Αυτό θα έλεγα ότι είναι για μένα το καλό καραόκε. Ένα παιχνίδι, μια εμπειρία, που μπορεί να μας φέρει κοντά μ ‘ έναν πιο αστείο, απενοχοποιημένο και συγκινητικό τρόπο, ειδικά όταν μας κάνει να θυμηθούμε, και τελικά να τραγουδήσουμε όλοι μαζί, τραγούδια που φέρνουν στο νου άλλες εποχές και κοινές αναμνήσεις.

Σοφία Εξάρχου: Το καλό καραόκε πρέπει να έχει πολλά φάλτσα και πολύ πάθος. Κυρίως πάθος για το συγκεκριμένο τραγούδι και πάθος για τη στιγμή της ερμηνείας. Αν υπάρχει αυτό το πάθος, το κοινό όλα τα συγχωρεί.

Kristof: Όσο περισσότερο ποτό, τόσο καλύτερο καραόκε υποθέτω. Στην πραγματικότητα όμως σιχαίνομαι τα καραόκε. Τις περισσότερες φορές τραγουδάνε τα ίδια και τα ίδια τραγούδια. Σε ένα ταξίδι μου στη Μόσχα, σε ένα κλαμπ, το ένα stage ήταν μόνο καραόκε. Ήταν κάπως πολύ στο nightlife τους. Μου έκανε πολύ εντύπωση αυτό μιας και δεν ήξερα κανένα από τα τραγούδια που λέγανε.

Φλομαρία Παπαδάκη: Άμα είσαι στο μικρόφωνο καλό είναι να λες ένα κομμάτι που αγαπάς κοιτώντας ένα άτομο που αγαπάς. Μου φαίνεται ωραία η ιδέα του καραόκε ως αφιέρωση. Ταυτόχρονα βέβαια με κάνει να νιώθω άβολα. Εε τώρα άμα είσαι στο κοινό όσο πιο κακό τόσο πιο καλό. Δηλαδή άμα θέλαμε φωνάρες, βάζαμε youtube. Και το άβολο είναι ωραίο κι η απελπισία. ‘Αρα ναι, η ειλικρίνεια.

Ποιο είναι το go to κομμάτι σου για καραόκε;

Δήμητρα: Δεν υπάρχει συγκεκριμένο κομμάτι είναι η αλήθεια. Πιο πολύ είναι η στιγμή που θα θελήσω να μπω κι εγώ σ αυτήν την περιπέτεια και να αφεθώ, ανεξάρτητα από το κομμάτι. Αρκεί να το ξέρω και να με φτιάχνει. Βέβαια, όπως ήρθαν τα πράγματα… μπορώ να πω ότι από τις πρώτες κιόλας νότες του Υes sir, I can boogie, δύσκολα θα αντιστεκόμουν να μην το τραγουδήσω.

Σοφία: Πολλά νομίζω και εξαρτάται και από τη στιγμή και από το κοινό. Αλλά θα πω το “Baby one more time” της Britney Spears γιατί τα έχει όλα. Έχει την Μπρίτνει, είναι το απόλυτο hit, έχει έρωτα, χωρισμό και σύγκρουση. Και έχει επίσης εύκολους στίχους που όλοι τους ξέρουν και μια κορύφωση για να τραγουδήσουν όλοι μαζί.

Kristof: Fuck you της Lily Allen.

Φλομαρία: Δεν έχω. Δεν κάνω ποτέ καραόκε. Εκτός από μια φορά σε ένα μικρό μπαράκι/μπουζουξίδικο στην πλατεία Βικτωρίας που έδινε και δώρα, τοστιέρες και τέτοια. Είχε και κανονική τραγουδίστρια. Εγώ είπα νομίζω ένα κομμάτι της Τζένης Βάνου, δεν είμαι σίγουρη και μετά η τραγουδίστρια με έπιασε και μου είπε πως είμαι καλή αλλά θέλω δουλίτσα.

Υπάρχει κάποια σκηνή καραόκε στο σινεμά που να αγαπάς; (εκτός του Animal)

Δήμητρα: Στην διάρκεια των προβών θυμάμαι άκουγα συχνά την Εmilie Dequenne, την ηθοποιό από την πολύ αγαπημένη μου Rosetta των Νταρντέν, που τραγουδάει σ’ ένα καταπληκτικό καραόκε το I will survive. Το λάτρεψα με τον τρόπο που το ερμηνεύει και με ενέπνευσε πολύ.

Σοφία: Δεν έχω κάποια πολύ αγαπημένη. Θα πω το καραόκε του Μπιλ Μάρει στο “Lost in translation” για τα βλέμματά του στη Σκάρλετ Γιόχανσον και για το βάρος που κουβαλάει.

Kristof: Η μόνη σκηνή καραόκε που μου ήρθε στο μυαλό: Lost in Translation

Φλομαρία: Από σειρά. Μου αρέσει η σκηνή απ’ το αμερικάνικο Office που ο Michael πάει απρόσκλητος στο barbeque του Jim και είναι όλοι εκεί και ξεκινάει να λέει το Islands in the Stream που είναι ντουέτο αλλά δεν σηκώνεται κανείς, μέχρι που σηκώνεται ο Jim γιατί είναι ο Jim.

Λίγα λόγια για τις σκηνές καραόκε της ταινίας;

Σοφία: To Animal έχει πολλά, διαφορετικά καραόκε που το καθένα υπηρετεί άλλο σκοπό. Υπάρχει το “Let’s get it on” του Marvin Gaye που το τραγουδάει στην αρχή της ταινίας η Κάλια μαζί με δυο ηλικιωμένους τουρίστες, υπάρχει ένα Πανκ τραγούδι που το τραγουδάνε με πάθος δυο Γάλλοι τουρίστες, ένα τραγούδι από τη νιότη τους. Υπάρχει το “Felicita” που το αφιερώνει μια Γερμανίδα τουρίστρια στο σύζυγο και στο σκυλάκι της. Και υπάρχει το πιο σημαντικό από όλα που είναι το “Yes, Sir, I can boogie” των Baccara που τραγουδάει η Κάλια. Συζητήσαμε πολύ με τη Δήμητρα για αυτή τη σκηνή, γιατί η Κάλια διαγράφει μια αρκετά μεγάλη διαδρομή μέσα σε αυτή τη σκηνή τόσο πριν όσο και κατά τη διάρκεια του τραγουδιού. Συζητήσαμε για τη σημασία του μονολόγου της πριν το τραγούδι καθώς και τα στάδια που περνάει η Κάλια καθώς το τραγουδάει. Στη συνέχεια κάναμε αρκετές πρόβες για να καταφέρουμε να υλοποιήσουμε αυτή τη σκηνή όπως την φανταζόμασταν.

Δήμητρα: Μαζί με τις χορογραφίες για τα show, τα δυο τραγούδια καραόκε που τραγουδάει η Κάλια το Yes sir, i can boogie και το Let’ s get it on ήταν οι συνδέσεις του χαρακτήρα με τη δουλειά της ως ανιματέρ. Δυο τραγούδια που τα λέει χρόνια. Είχε πολύ μεγάλη σημασία λοιπόν σε ποια θα καταλήξουμε. Μου είχε στείλει η Σοφία μια λίστα με τα τραγούδια που της άρεσαν περισσότερο για να διαλέξουμε μαζί ποια θα είναι οι τελικές επιλογές. Περισσότερο στο ερμηνευτικό κομμάτι εστιάσαμε ώστε να φέρει ο χαρακτήρας αυτήν την εξοικείωση με το καραόκε που θα λειτουργεί ξεσηκωτικά στους τουρίστες για να πάρουν μέρος, να νιώσουν άνετα και να διασκεδάζουν μαζί της. Έπρεπε να δείχνουν άτεχνα αλλά να υπερισχύει η αυτοπεποίθηση και η εμπειρία της σε αυτό και συγχρόνως ό,τι άλλο αφηγείται σε κάθε φάση της ταινίας. Κυρίως αυτή ήταν η πρόκληση. Ήταν από τα αγαπημένα μου γυρίσματα!

Best of internet